Παρασκευή, Απριλίου 28, 2006
Χρώματα !
Ομολογώ ότι τα έντονα χρώματα δεν είναι κάτι που αγαπώ ιδιαίτερα.
Αλλά όλοι λένε ότι ενεργούν ευεργετικά στο μυαλό μας και τώρα αυτό χρειάζομαι.
Δεν ξέρω, μπορεί κάτι να ξέρουν αυτοί ...
Δοκιμάζω λοιπόν, αφού το photoshop είναι τόσο εξυπηρετικό σε τέτοιες περιπτώσεις :
Τι ! υπάρχουν κι άλλα πολλά ;
Μην τρελαθούμε κιόλας !
p.s. Τώρα που το ξαναβλέπω, σαν άρρωστος ιππόκαμπος μου προέκυψε!

Ετικέτες

 
posted by ralou at 12:46 μ.μ. | Permalink | 6 comments
Πέμπτη, Απριλίου 27, 2006
Ποιός είπαμε ότι φοβάται τον θάνατο...;
Το φριχτότερο λοιπόν κακό, ο θάνατος, δεν πρέπει να μας σκοτίζει, γιατί όσο εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν υπάρχει και όταν έλθει ο θάνατος εμείς είμαστε φευγάτοι.


Ώστε δεν έχει σχέση (ο θάνατος) ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, επειδή για τους πρώτους δεν υπάρχει και οι δεύτεροι δεν υπάρχουν πια.
Επίκουρος ο Σάμιος
 
posted by ralou at 1:51 μ.μ. | Permalink | 9 comments
Τετάρτη, Απριλίου 26, 2006
An Easter Night Incident
Στο σημερινό surfing η lemon με έστειλε στις Ιστοριες Από Το Γραφείο και δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό!
Ιδού το δικό μου easter night incident :
Πατέρας, 93, κατεβαίνει μαζί με ολη την οικογένεια για να πάει στην Ανάσταση.
Παιδιά, εγγόνια, λαμπάδες, "κλείσατε τις πόρτες;", "άφησες το φως της εξώπορτας ανοιχτό;", γείτονες με ευχές, κουβέντες, τσιρίδες των παιδιών.
Ο παπάς λέει το Χριστός Ανέστη, φιλιά, αγκαλιές, ευχές.
Ωχ ! ο πατέρας δεν φοράει τις οδοντοστοιχίες του.
"Μα τις φόραγα πρίν φύγουμε από το σπίτι"
Σίγουρα ; Σίγουρα !
Επιστροφή στο σπίτι και αναζήτηση των οδοντοστοιχιών στον δρόμο, στο φως των αναστάσιμων λαμπάδων!

(Οι οδοντοστοιχίες περίμεναν ήσυχα - ήσυχα στο σπίτι... Αλτσχαϊμερ, μάλλον προχωρημένο στάδιο)

p.s.
Αν μοιάζει να κάνω πλάκα, συμπαθάτε με!
Ολα μαζί τα περιστατικά που ζούμε φτιάχνουν την άσχημη πραγματικότητα.
Ειδικά για τον Πατέρα που υπήρξε λεβέντης στα νιάτα του και δεν του άξιζε (ούτε σε κανένα άλλον βέβαια με αυτή την ασθένεια) αυτή η κατάληξη.

Ετικέτες

 
posted by ralou at 11:01 π.μ. | Permalink | 6 comments
Τρίτη, Απριλίου 25, 2006
my feline paradise #3
Λάϊανο – ο φευγάτος

Θέλω φαΐ. Τώρα !
Θέλω να βγω έξω. Τώρα !
Θέλω να μπω μέσα. Τώρα !
Θέλω να παίξω με το χέρι σου. Τώρα !
Θέλω να ξαπλώσω στο πληκτρολόγιο. Τώρα !
Θέλω κι άλλο φαΐ. Όχι από αυτό !
Θέλω να σε δαγκώσω. Τώρα !
Μην διαβάζεις , ασχολήσου μαζί μου. Τώρα !
Τώρα !
ΤΩΡΑ !
ΤΩΡΑ !

Όσοι δεν έχουν ζήσει με γάτες αλλά τις αγαπούν έχουν απλά την εντύπωση πως είναι απαλά και τρυφερά πλάσματα, αυτάρκη, και αυτόνομα.
Όσοι έχουν ζήσει με γάτες γνωρίζουν καλά ποιος έχει το πάνω χέρι στην συμβίωση μαζί τους.

Ιούλιος 1994.
Ένα απλό εξοχικό σπίτι μέσα στα πεύκα (αυθαίρετο) με μεγάλο κήπο.
Μια γιαγιά βγαίνει από το σπίτι με ένα μικρό ταψί γεμάτο φαγητό στο χέρι. Από παντού στον κήπο κάτω από ξύλα και θάμνους εμφανίζονται ένα σωρό γάτες. Γύρω μου μια πολύχρωμη θάλασσα από απαλές ράχες σ΄ όλα τα μεγέθη και χρώματα. Απλώνω το χέρι μου και χαϊδεύω τα μεταξένια κύματα .
Μήπως είμαι τρελή για τις γάτες; Έλα καλέ!
Τις κοιτάω με λαχτάρα. Έχουν περάσει 3 χρόνια από τον θάνατο της Σίλβας. Και σήμερα θα διαλέξω την νέα θεά μου.

Κορίτσι κατά προτίμηση.
Καθώς σηκώνω το βλέμμα από την γατοθάλασσα από το απέναντι κουτί με ζωοτροφές με κοιτάει μια μικροσκοπική μπεζ φάτσα. Η γιαγιά πάει κοντά της και την πιάνει απαλά.
"Είναι λίγο ντροπαλός αυτός" λέει.
Κοιτάζω τον ντροπαλό.
Είναι ένας μικρός ανοιχτός μπεζ ζόρικος γατούλης με μακρά άκρα και ουρά.
Love at first sight !
Και αγόρι κατά τύχη!
Σε λίγο ταξιδεύει με σπαρακτικές κραυγές στην αγκαλιά μου προς το νέο του σπίτι.
Από την πρώτη στιγμή αφού μύρισε τον μικρό μου κήπο, βολεύτηκε σε μια διπλωμένη πετσέτα μπάνιου, μετά σε ένα μαξιλάρι, μετά στην καρέκλα της κουζίνας, μετά στο κρεβάτι μας, μετά δίπλα στην μπαλκονόπορτα.
Και μετά στην ζωή μας.
Έτσι ανοιχτόχρωμος με γαλανά ακόμα ματάκια που ήταν τότε έμοιαζε με ξωτικό και έλεγα να τον βγάλω Άριελ αλλά ο Ν. τον ονόμασε με συνοπτικές διαδικασίες Λάϊανο γιατί έμοιαζε στα χρώματα με το αντίστοιχο cartoon των παιδικών μας χρόνων.
Η αλήθεια είναι ότι καμιά από τις μέχρι τώρα γάτες μου δεν βάφτισα εγώ.
Ας είναι …
Ο Λάϊανο βέβαια αποπαρασιτώθηκε, εμβολιάστηκε πάραυτα και όταν ήρθε ο καιρός στειρώθηκε .
Είχα τις γνωστές αμφιβολίες για το τελευταίο αλλά ο κτηνίατρος ήταν κατηγορηματικός και με έπεισε.
Τελικά μετά την στείρωση ο Λάϊανο δεν έγινε χοντρός και βαρύθυμος, ούτε νωθρός ούτε αγρίεψε, ούτε έδειχνε δυστυχισμένος.
Αντίθετα ήταν ικανότατος κυνηγός. Πουλιά, ακρίδες, ποντίκια, περιστέρια – και προς τρόμο μας - το καναρίνι της γειτόνισσας παρέλασαν νεκρά ή ημιθανή - περήφανα τρόπαια - από το κατώφλι της κουζίνας.
Δεν τα έτρωγε ποτέ. Άλλωστε είχε σταθερή και αδιάλειπτη παροχή, καλής ποιότητας τροφής.
Ήταν απλά ένα χόμπι.
(Την γειτόνισσα που έχασε το καναρίνι της, την συμπόνεσα και της χάρισα ένα καινούριο αλλά νομίζω ότι από τότε, όποτε τον έβλεπε, του έκανε συνεχώς βουντού)

Αγαπημένη του θέση πάνω στα ντουλάπια της κουζίνας από όπου έβαζε κάθε φορά ένα μακρύ κομψό ποδαράκι και πέταγε στο πάτωμα τα βιβλία μαγειρικής που είχα στο πιο ψηλό ράφι.
Του άρεσε ακόμα να κάθεται μπροστά στο κλειστό τζάμι της μπαλκονόπορτας και να κοιτάει στο κενό. Κυριολεκτικά έμοιαζε να βρίσκεται σε κάποιο τρανς. Μας παραξένευε αυτό και τον είχαμε βγάλει Φευγάτο.

Θα αντισταθώ στον πειρασμό να καταγράψω τα παρατσούκλια που του είχαμε δώσει. Ήταν άπειρα. Κύριος ηθικός αυτουργός ο Ν. που εκπαιδευμένος πια από την Σίλβα στεκόταν σούζα στις προσταγές του μάλλινου αφέντη μας.
Γιατί ήταν αφέντης μας.
Και εμείς σαν να είμαστε χαζο-μπαμπάδες και χαζο-μαμάδες κάναμε όλα όσα ήθελε και μερικά ακόμα που δεν τα ζητούσε αλλά που μας είχε εκπαιδεύσει να τα προβλέπουμε.

Πιο Σκυλί του Παυλώφ. Που να δείτε τον Άνθρωπο του Παυλώφ.

Ο Λάϊανο έζησε μαζί μας μόνο ενάμιση χρόνο. Ένα βράδυ ανέβηκε στο κρεβάτι κουλουριάστηκε και άρχισε να γουργουρίζει. Πράγμα που έκανε σπάνια. Καταλάβαμε ότι κάτι έτρεχε.
Πέρασε μια μακρόχρονη αρρώστια που στην διάρκεια της περάσαμε άπειρες ώρες να προσπαθούμε να τον ταΐσουμε αντιβιοτικά, αντιφλεγμονώδη, και ζαχαρόνερο με το κουταλάκι όταν αρνιόταν τελείως την τροφή.
Ο Ν. τον πήγε μετά από πρόταση του κτηνίατρου, μια μέρα στο δάσος εκεί από όπου τον είχαμε πάρει, μήπως και θελήσει να παλέψει για την ζωή του.
Μάταιος κόπος.
Τον κοιμίσαμε όταν και η τελευταία ελπίδα είχε χαθεί.
Από το υπέροχο, περήφανο γατί μου των 6 κιλών, είχε απομείνει μια χούφτα δέρμα και κοκάλα.

Ιδού ο Λάϊανο μικρός και μεγαλύτερος αλλά πάντα μεγαλοπρεπής :



Ίσως να φαίνεται ότι κάθε γάτα που χάνω παίρνει μαζί της ένα κομμάτι από την καρδιά μου.
Και αυτό είναι αλήθεια.
Όμως ποτέ, μα ποτέ δεν θα διάλεγα να ζω χωρίς αυτές.
Παίρνουμε τόσα πολλά από την συμβίωση μαζί τους που η θλίψη από την απώλεια τους μοιάζει μικρό τίμημα να πληρώσει κανείς.

Ετικέτες

 
posted by ralou at 11:07 π.μ. | Permalink | 7 comments
Τετάρτη, Απριλίου 19, 2006
Ο Γιατρός Δέχεται Καθημερινά 5:00 μ.μ. – 9:00 μ.μ.
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΙΑΤΡΟΣ ΙΚΑ : ΔΙΕΚΠΕΡΑΙΩΝΕΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 5:00 μ.μ. – 7:00μ.μ.
ΙΑΤΡΟΣ ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ : ΔΕΧΕΤΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 7:00 μ.μ. - 9:00μ.μ.

Ψηλός, Ευθυτενής, Ομορφάντρας, με μνημειώδες μουστάκι και φουντωτά μαλλιά. Πενηντάρης.
Ο Οικογενειακός μας Γιατρός.


Εδώ και κάμποσα χρόνια τον συναντώ αναγκαστικά άπαξ του μηνός. Περιμένω στην αίθουσα αναμονής του ιατρείου μαζί με γιαγιάδες και παππούδες που περιμένουν να τους γράψει τα φάρμακα, μαμάδες με παιδιά για τις τακτικές ιώσεις τους και ανήσυχους έφηβους που περιμένουν να πάρουν χαρτί γιατρού για δικαιολογήσουν απουσίες στο σχολείο.
Ο Γιατρός μας έχει μια βαριά βλοσυρή σκιά που τον ακολουθεί παντού. Όταν βρίσκεται στο ιατρείο του η σκιά έρπει και απλώνεται, καταλαμβάνει όλους τους χώρους και τους γεμίζει μέχρι επάνω. Στον χώρο αναμονής οι γιαγιάδες και οι παππούδες, οι μαμάδες και τα παιδιά, οι έφηβοι και εγώ καθόμαστε σφιγμένοι στην άκρη των καναπέδων και των καθισμάτων με σφιγμένα δάχτυλα γύρω από τα βιβλιάρια ασθενείας και αναπνέουμε με κοντές ανάσες την πυκνή ατμόσφαιρα.
Η γραμματέας του λύνει αδιάφορα τα σταυρόλεξα της από το γραφείο της.
Είναι η μόνη αίθουσα αναμονής που δεν γίνονται ποτέ καυγάδες για την προτεραιότητα. Όλοι περιμένουν ήσυχα να τους καταπιεί η πόρτα του γραφείου του.
Η οποία σημειωτέον δεν κλείνει ποτέ εφ΄ όσον ούτως ή άλλως σχεδόν ποτέ δεν εξετάζει τους ασθενείς. Οποίος έχει σειρά μπαίνει μέσα και προσπαθεί να μιλάει όσο το δυνατόν πιο χαμηλόφωνα.
Ο ίδιος μιλάει με δυνατή βροντερή φωνή (έχω μάθει έτσι ένα σωρό φάρμακα και τις χρήσεις τους). Πάντα βιαστικά. Πάντα βλοσυρά. Πάντα προσβλητικά. Πάντα στον ενικό.
Και παρ΄ όλα αυτά οι γιαγιάδες και οι παππούδες, οι μαμάδες με τα παιδιά, πίνουν νερό στο όνομα του.
" Καλός γιατρός ! όχι σαν αυτά τα παιδαρέλια στο κεντρικό του ΙΚΑ"
(Οι έφηβοι αδιαφορούν και χασκογελάνε, όταν βγαίνουν με το πολυπόθητο χαρτί στο χέρι).
Όλα αυτά 5:00 μ.μ. – 7:00μ.μ. κάθε εργάσιμης μέρας.

Δεν γνώριζα ότι υπήρχε και δεύτερη πλευρά της εικόνας. Μέχρι που πριν λίγο καιρό χρειάστηκε να κάνω μια εξέταση
Ραντεβού στις 8:30 μ.μ.
Ιδιωτικά.
Ο ίδιος θάλαμος αναμονής. Οι ίδιοι γιαγιάδες και παππούδες που βλέπω νωρίτερα όμως το κλίμα κάπως πιο αλλαγμένο. Η γραμματέας του γιατρού, λίγο πιο χαλαρή, μιλάει στους πιο καλούς και παλιούς πελάτες. Το σταυρόλεξο έχει εξαφανιστεί από μπροστά της.
Μπαίνω στο γραφείο του. Με καλησπερίζει. Σηκώνεται και κλείνει μόνος του την πόρτα. Μου χαμογελάει (μου χαμογελάει;!!). Μου κάνει την εξέταση. Με καθησυχάζει. Με λέει "καλή μου". Με ρωτάει τι κάνει ο πατέρας μου.
Από την άκρη του μουστακιού του στάζει γλοιώδης καλοσύνη .
Και τι μου στοιχίζουν όλα αυτά . Τίποτα, μόνο 100 ψωρο ευρώπουλα.
Παρατηρώ τις γιαγιάδες και τους παππούδες που βγαίνουν πριν από εμένα από το γραφείο του και όλοι έχουν χαρούμενο βλέμμα. Σκέφτομαι ότι όλοι έχουν σκάσει 100 ευρώ και απορώ. Όλα αυτά γίνονται σε μια σχετικά φτωχή συνοικία και ξέρω καλά πόσο δύσκολα τα βγάζει πέρα ο κόσμος. Ωστόσο, όλοι βγαίνουν ευτυχισμένοι, σίγουροι, ανακουφισμένοι.

Βγαίνω από το ιατρείο. Όλη η εμπειρία έχει μετουσιωθεί σε ένα χρώμα που μου σκοτίζει τα μάτια. Ένα ακαθόριστο χρώμα όπως αυτό που δημιουργείται όταν σε ένα ποτήρι νερό ξεπλένονται πολλά πινέλα με διαφορετικά χρώματα.
Περπατώ μπροστά στα μαγαζιά και κοιτάζω τα πολύχρωμα εμπορεύματα. Θέλω να ξεμπλέξω πάλι τα χρώματα μου.

Θυμάμαι ένα παλιό κάδρο κρεμασμένο στο κρεοπωλείο της γειτονιάς μου πριν τριάντα τόσα χρόνια.
Ο ΠΩΛΩΝ ΤΟΙΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ ΚΑΙ Ο ΠΩΛΩΝ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ
που περιγράφει παραστατικά τι πρέπει να κάνει κανείς για να είναι επιτυχημένος.
Που να έβρισκα άραγε ένα παρόμοιο :

Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΟΙΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ 7:00 μ.μ. - 9:00μ.μ.
Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΔΕΧΕΤΑΙ ΕΠΙ ΠΙΣΤΏΣΕΙ 5:00 μ.μ. - 7:00μ.μ.


Ετικέτες

 
posted by ralou at 12:40 μ.μ. | Permalink | 1 comments
Πέμπτη, Απριλίου 13, 2006
my feline paradise #2
Σίλβα – η αδικημένη

Από την κουζίνα βλέπω ένα κομμάτι του καθιστικού που καδράρει η πόρτα του.
Μια γκρίζα μαλλιαρή μπάλα διαγράφει ένα τόξο από αριστερά στα δεξιά. Ακριβώς από πίσω της το ίδιο ακριβώς τόξο διαγράφει μια πλαστική καλοκαιρινή παντόφλα.
Η γκρίζα μπάλα : Νιιιαααααααααααααου
Εγώ: Νίιικοοοοοοοο!
Ο Ν. : Μα μου δαγκώνει το δάχτυλο στα καλά καθούμενα !
Είμαστε νιόπαντροι.
Ο Ν. με κοιτάζει με ενοχές και παράπονο.
Η γκρίζα μπάλα με κοιτάει με παράπονο αλλά χωρίς ενοχές.
Ο Ν. είναι εντελώς ανεκπαίδευτος στις γάτες και στο γατάκι αυτό έμελλε να φάει την μπόρα της εκπαίδευσης του.

Την Σίλβα έφερε στο σπίτι ο αδελφός μου ονοματισμένη από την τότε φιλενάδα του που του την χάρισε. Ήταν μια γκρίζα – καφέ tabby γατούλα κοινή – κοινότατη – κοντότριχη με κιτρινοπράσινα μάτια. Παρ΄ όλο που την λάτρευα, ζούσε σαν ημιοικόσιτη όταν ο Ν. ήταν στο σπίτι και πλήρως οικόσιτη όταν έλειπε (εργαζόμασταν με διαφορετικά ωράρια τότε).
Έζησε μαζί μου 8 χρόνια αλλά ουδέποτε έκανε ειρήνη με τον Ν. Όταν ήμουν στο σπίτι καθόταν ήσυχη δίπλα μου μέχρι να ακουστεί το κλειδί του Ν. στην κεντρική εξώπορτα, πριν μπει στο σπίτι. Οποίος άλλος και να έμπαινε δεν την κούναγε από την θέση της. Όταν όμως τον αντιλαμβανόταν κυριολεκτικά εξαφανιζόταν.
Ο Χουντίνι των γατιών.

Σε αυτά τα 8 χρόνια αυτή η γάτα γέννησε αναρίθμητες φορές (Δύο με τρεις φορές τον χρόνο, κάθε χρόνο). Στην πρώτη της γέννα βρήκε φωλιά στο παλιό ντουλάπι του κήπου και όταν πλησίαζε η ώρα με οδήγησε με κουτουλιές και νιαουρίσματα να το επιθεωρήσω. Της έβαλα εφημερίδες και παλιά ρούχα και την άφησα να ησυχάσει μόνη της. Μόλις απομακρύνθηκα έτρεξε και με φώναξε ξανά και ξανά και ξανά. Φοβόταν, δεν ήξερε, ήθελε βοήθεια δεν ξέρω. Τελικά εκείνη την ημέρα όχι μόνο είδα τοκετό για πρώτη φορά στην ζωή μου αλλά βοήθησα κιόλας.
Παραδόξως δεν είχα ούτε καν σκεφτεί τότε να στειρώσω την Σίλβα. Αλλά ούτε και εμβόλια της έκανα. Δεν είχαμε ποτέ επισκεφτεί τον κτηνίατρο. Ζούσε και μεγάλωνε μόνη της σαν αγριόχορτο. Δεν το έκανα από πρόθεση απλά δεν είχαμε σκεφτεί ότι έπρεπε (όχι, δεν το έχω κάνει αυτό σε καμιά από τις επόμενες γάτες μου) . Πάντως η φτωχή μου γάτα έμεινε πετσί και κόκαλο από τις συνεχείς γέννες.

Στα οκτώ της χρόνια κάποια μέρα απλά εξαφανίστηκε από το σπίτι και δεν επέστρεψε ποτέ. Έψαχνα τις γειτονιές για μέρες. Άφαντη. Το πιο πιθανό ήταν να την χτύπησε αυτοκίνητο και κάποιος να την πέταξε στα σκουπίδια. Για μήνες μετά έλπιζα ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει όπως άκουγα σε ιστορίες άλλων.
Και καμιά φορά ακόμα και τώρα νομίζω ότι θα δω το κεφαλάκι της να ξεπροβάλει από κάποια πόρτα – διερευνητικά, μήπως και είναι ο Ν. στο δωμάτιο –
Δεν πρόλαβα να θεωρήσω την Σίλβα υποκατάστατο του παιδιού που δεν έκανα ποτέ. Ήμουν πολύ νέα ακόμα τότε.
Αλλά έτσι και αλλιώς όπως λέει και
ο πολύ γνωστός γατόφιλος τα ζώα συντροφιάς δεν είναι ποτέ υποκατάστατα. Είναι αναντικατάστατα.
update

Δεν το πιστεύω! είναι αδύνατον να βρω τις φωτογραφίες της.
Τρελαίνομαι εδώ και τέσσερις μέρες που έγραψα το κείμενο.
Μπαίνω στο ΝΕΤ και ψάχνω φωτο από γκρίζες tabby.
Στην 7 σελίδα με κοιτάει αυτό το γατί. Είναι η Σίλβα.
Το ήξερα! Δεν πέθανε ποτέ! Κάποιος την βρήκε, την φρόντισε και κάπου ζει ακόμα!

... έχουν περάσει 14 χρόνια από τότε

ρ.

Ετικέτες

 
posted by ralou at 2:28 μ.μ. | Permalink | 2 comments
Κυριακή, Απριλίου 09, 2006
ο ερως ειναι τυφλος


H Angélique Sancé de Monteloup ονειρεύεται
τον καλό της Jeoffrey de Peyrac
 
posted by ralou at 7:31 μ.μ. | Permalink | 0 comments
Πέμπτη, Απριλίου 06, 2006
deterioration !

Παλαιότερα πίστευα ότι τα γηρατειά είναι ρυτίδες στο πρόσωπο, πανάδες στα χέρια, στιφτό κορμί και δυσκολία στο βάδισμα.
Τώρα πια αναθεωρώ.
Καθώς περνάνε τα χρόνια βλέπω δεκάδες – ναι δεκάδες ! - εκφυλισμούς να κατακλύζουν τα κορμιά μας κάθε μέρα. Ένα δόντι που χαλάει , μαλλιά που αραιώνουν, πρωινοί πόνοι στην πλάτη, στομάχια, αλλεργίες, δυσανεξίες, κούραση για να μην μιλήσω για ζάχαρα, χοληστερίνες και τριγλυκερίδια.
-Χμ ! πότε ο Γιάννης δεν μπορεί ποτέ ο κ#$#ς του πονεί –
Όσο είμαστε πολύ νέοι νομίζουμε ότι είμαστε αθάνατοι ή εν πάση περιπτώσει ότι ο θάνατος δεν μας αφορά για πάρα - πάρα πολύ καιρό.


Το πρώτο σοκ έρχεται όταν περνάμε τα 40. Όλοι οι φίλοι μου σε αυτή την ηλικία αρχίζουν να φοράνε γυαλιά για το διάβασμα.
Εγώ πάλι αντιστάθηκα όσο μπορούσα. Τι καλά που ο blogger γράφει με μεγάλα γράμματα όταν φτιάχνω posts! Αλλά για όλα τα άλλα εκτός από αυτό και την επίλυση SUDOKU χρησιμοποιώ γυαλιά.

Το δεύτερο σοκ έρχεται (στην ίδια ηλικία) όταν βλέπουμε το δέρμα μας να στεγνώνει και να χαλαρώνει.
Τώρα όλο και λιγότεροι άνθρωποι μου λένε ότι μικροδείχνω.
Και όλο και περισσότεροι μου λένε ψέματα ότι μικροδείχνω.
Τι έπεται τώρα ;
Botox ; αποκλείεται !
Λιποαναρρόφηση ; Χμ...

Το τρίτο σοκ έρχεται όταν ανακαλύπτεις ότι στις συγκεντρώσεις στα σπίτια των φίλων σου είσαι την κατηγορία των "μεγάλων" γιατί πλέον τα παιδιά τους σε βλέπουν έτσι. Ο περισσότεροι φίλοι μου έχουν παιδιά με ηλικίες από 15 μέχρι 20 και εμείς περισσότερο από δύο φορές την ηλικία τους.
Τι έπεται τώρα ;
Ντύσιμο με μπλου τζιν και αθλητικά παπούτσια ; καλά ...
Γυμναστήριο ; σίγουρα
Μπαράκια μέχρι πρωίας ; δεν ήμαστε καλά !

Κρίση ηλικίας πρόλαβα και πέρασα άλλες δύο φορές στην ζωή μου. Στα 30 και στα 37. Τώρα στα mid forties μου μπήκα στην τρίτη.
Κάθε φορά ξεπερνούσα μία από αυτές αισθανόμουν σαν να την σκαπουλάρισα από το μοιραίο. Αλλά αυτή η τελευταία δείχνει πιο σοβαρή.
Ευτυχώς με
τον Ν. μεγαλώνουμε (γερνάμε ;) μαζί και επίσης ευτυχώς εκείνος ισορροπεί ακόμα αρκετά καλά.
Ίσως οι άντρες να μην τα πολυψάχνουν αυτά ή ίσως να μην θέλουν να δείξουν ότι τα πολυψάχνουν .
Καλά !
Ας ρίξω λίγο ντοπάρισμα για να πάρω τα πάνω μου τώρα :
Είναι ακόμα δροσερή άνοιξη, σήμερα οι μετρήσεις μου ήταν καλούτσικες, μάλλον θα πάρω στο σπίτι αυτό το μικρό αδέσποτο μαύρο γατάκι που τριγυρίζει έξω από το γραφείο, το απόγευμα θα περπατήσω τρία χιλιόμετρα και σίγουρα από αύριο θα ξαναδιαβάσω μετά από τόσα χρόνια τον "Μάγο του Αρχιπελάγους" άλλη μια φορά.
Εις Υγείαν !

Ετικέτες

 
posted by ralou at 12:27 μ.μ. | Permalink | 9 comments
Τρίτη, Απριλίου 04, 2006
my feline paradise #1


Μπιζού - η όμορφη -
Η μαμά ήταν πάντα γατόφιλη.
Θυμάμαι κάτι ιστορίες – το πιο πιθανό φανταστικές - που μας έλεγε από τον καιρό της Κατοχής, όταν έκρυβε από τους Ιταλούς την Μαμούσκα και τον γιο της τον Γκριγκρή τις πολυαγαπημένες της γάτες για να μην τις φάνε !
Ο πατέρας πάλι ήταν (και είναι) πάντα ενάντιος στο να υπάρχει ένα ζώο στο σπίτι "γιατί είναι βρώμικο". Ίσως γιατί θεωρούσε τα ζώα εργαλεία και όχι συντροφιά. Με την μαμά πάντα διαφωνούσαν για το θέμα όταν αυτή μάζευε τα αδέσποτα γατιά της γειτονιάς έστω και για λίγο καιρό. Εκείνη θεωρούσε τις γάτες δώρο της φύσης και την ιδέα αυτή την πέρασε κανονικά τον αδελφό μου και μένα.
Έζησα με την πρώτη γάτα της ζωής μου από τα πέντε ως τα δεκατρία μου χρόνια. Μια γκρίζα αδέσποτη γάτα γέννησε ένα γκρι και ένα μαυρόασπρο γατάκι και λίγο καιρό μετά τα εγκατέλειψε στον κήπο μας. Από τα δύο επέζησε το ένα και αφού το κρύβαμε για μήνες από τον πατέρα (δούλευε 15ωρα τότε) τελικά υιοθετήθηκε από την οικογένεια.
Η Μπιζού ήταν μια μαυρόασπρη tuxedo cat ημίαιμη βέβαια αλλά με ρίζες rag doll και ίσως και angora , μακρύτριχη και πανέμορφη, που σημάδεψε τα παιδικά μου χρόνια (και το πιγούνι μου με μια μικρή ουλή για να την θυμάμαι).
Στα χρόνια που έζησε μαζί μας προσκολλήθηκε κυρίως στην μητέρα μου. Εμάς μας ανεχόταν αλλά δεν ήταν φίλη μας. Όταν ο πατέρας έφευγε τα ξημερώματα για την δουλειά η μπιζού περίμενε δίπλα στα πόδια της μαμάς μέχρι να τον δει να στρίβει στην γωνία και μετά έτρεχε σαν τρελή να χωθεί στο κρεβάτι μαζί της μέχρι την ώρα που ξυπνούσε και η υπόλοιπη οικογένεια. Ήταν η μοναδική γάτα που είχα, που της άρεσε να κάθεται στην ποδιά μας με τις ώρες. Ή πάνω στην σόμπα (μια παλιά κρέσκυ) μόλις την σβήναμε και όσο διατηρούσε την θερμοκρασία ακόμα.
Τα καλοκαίρια που πηγαίναμε να παραθερίσουμε στο Ζούμπερι η μπιζού έμενε μόνη της στο σπίτι με τον πατέρα και η μαμά κατέβαινε ανελλιπώς μια ή δύο φορές την εβδομάδα για να ετοιμάσει φαγητό και για τους δύο.
Μόνο μια μαυρόασπρη φωτογραφία της μπιζούς υπάρχει, σε αντίθεση με όλες τις άλλες που πέρασαν από την ζωή μας.
Η Μπιζού έζησε μαζί μας οκτώ χρόνια πριν δολοφονηθεί από την κακίστρα (άτεκνη και μονόχνοτη, σύμβολο της κακίας εκείνα τα χρόνια) της γειτονιάς.
Θυμάμαι την μαμά να είναι πεσμένη πάνω στο άψυχο κορμάκι της και να κλαίει στην μέση του δρόμου. Μετά πήρε μια λευκή πετσέτα από το καλό της το σετ - που το φύλαγε σαν τα μάτια της για "επίσημες περιστάσεις" - την τύλιξε και την έθαψε στην εξοχή. Δεν θέλησε να πάρει ποτέ ξανά άλλη γάτα μέχρι τον θάνατό της οκτώ χρόνια μετά.
Η πολυαγαπημένη μαμά και η αγαπημένη γάτα είναι στο μυαλό μου ταυτισμένες. Ίσως γιατί και οι δύο ήταν αριστοκράτισσες μέσα στην απλότητα τους και πανέμορφες.
Μου λείπουν και οι δύο και ας έχει περάσει από τότε τόσος καιρός. Και αν υπάρχει παράδεισος είμαι σίγουρη ότι αυτές οι δυο κάνουν καλή συντροφιά η μια στην άλλη όλα αυτά τα χρόνια.

Ετικέτες

 
posted by ralou at 3:27 μ.μ. | Permalink | 4 comments
usefull  View My Public Stats on MyBlogLog.com